Αργεντίνικο tango

 

Ένας Αυτοσχεδιαστικός Χορός - Μέθοδος Διδασκαλίας


Στο εργαστήρι ΧοροΠοίηση μαθαίνουμε τον κώδικα επικοινωνίας του ζευγαριού μέσα από την αγκαλιά. Διδάσκεται η σαφής ανταλλαγή μηνυμάτων κι ενέργειας, ώστε το κάθε ζευγάρι να δημιουργεί τον δικό του χορό εκφράζοντας την προσωπικότητα και την αισθητική του, μέσω ερμηνείας της μουσικής.

Το αργεντίνικο τάνγκο, όπως όλες οι τέχνες, δε σταματάει ποτέ. Ο κάθε μαθητής διδάσκεται την τεχνική βάσει της οποίας θα μπορεί συνεχώς να εξερευνεί, να εμβαθύνει και να εξελίσσεται χορευτικά στον κόσμο του τάνγο κι όχι να πραγματοποιεί την αυτοματοποιημένη αναπαραγωγή βημάτων.

Το αργεντίνικο τάνγκο δεν έχει βασικό βήμα και φιγούρες…

Είναι τόσο μοναδικό, όσο ο καθένας μας.

Για την ιστορία

Το tango ένας από τους πιο συναρπαστικούς χορούς βρίσκει μεν τις προγονικές του ρίζες μεταξύ Ισπανίας ή Μαρόκο, αλλά ουσιαστικά γεννήθηκε μονάχα αφότου εισήχθη στη Νοτιοαμερικάνικη πάμπα από τους Ισπανούς αποίκους, αναμίχθηκε με το εντόπιο ταμπεραμέντο για να επιστρέψει στην Ισπανική κουλτούρα μπολιασμένο από αφρικανικές αλλά και Creole επιρροές .
Στις αρχές του 19ου αιώνα, το tango ήταν ένα σόλο χορός που εκτελείτο μόνο από γυναίκες. Το Ανδαλουσιανό tango, που εφαρμόστηκε αργότερα από ένα ή δύο ζευγάρια σε παράλληλο βηματισμό, χρησιμοποιώντας καστανιέτες, θεωρήθηκε ανήθικο τόσο λόγω της μουσικής όσο και των κινήσεών του!

Ως ερωτικός χορός ζευγαριού μεταφέρθηκε από τους χιλιάδες ισπανούς μετανάστες στην Αργεντινή όπου ζυμώθηκε με τις ανάγκες και την ιδιοσυγκρασία του τόπου και των ανθρώπων του.

Ο μύθος της μεταμόρφωσής του επικεντρώνεται στην καθημερινότητα και τις συνήθειες των gauchos. Πρόκειται για τους «cowboys» της Αργεντίνικης πάμπα των οποίων η ενδυμασία της δουλειάς περιλάμβανε δερμάτινα καλύμματα των παντελονιών τους. Αυτά μετά από την πολυετή, καθημερινή 12ωρη ιππασία (που παράλληλα τους «κληροδοτούσε» τα ελαφρώς λυγισμένα γόνατα) αφενός γίνονταν άκαμπτα κι αφετέρου αποκτούσαν τη μυρωδιά του αλόγου.

Ήταν λοιπόν τα παραπάνω χαρακτηριστικά ενδυμασίας κι όχι μόνο που προσδιόρισαν τη βασική τοποθέτηση της ντάμας απέναντι στον καβαλιέρο του tango. Καθώς κανένας gaucho δεν άλλαζε ρούχα ή δεν έκανε μπάνιο μεταξύ δουλειάς και διασκέδασης, η κοπέλα που χόρευε μαζί του φρόντιζε να μην τον αγκαλιάζει σφιχτά αλλά να στηρίζεται στον δεξιό του αγκώνα, ενώ έγερνε και λίγο το κεφάλι προς τα πίσω για να αποφύγει την βαριά μυρωδιά του παρτενέρ της. Αντίστοιχα το δεξί της χέρι τοποθετούνταν συνήθως επάνω ή δίπλα στο αριστερό του ισχίο (κοντά στην τσέπη του) τόσο για να τροφοδοτεί τον ερωτισμό της διάθεσής του όσο και για να του υπενθυμίζει την αμοιβή της συντροφιάς της, μετά το πέρας της βραδιάς. Τέλος το στροβίλισμα του βηματισμού και το λίκνισμα του κορμιού προσδιορίζονταν από την πολυκοσμία στα νυχτερινά μαγαζιά όπου το ζευγάρι έπρεπε, κυριολεκτικά, να ελίσσεται για να μην συγκρούεται με τους υπόλοιπους χορευτές ή τα γεμάτα τραπέζια.

Η διάσημη πλέον μετεξέλιξη αυτού του χορού βρήκε το λίκνο της στα καταγώγια και τις φτωχογειτονιές του Μπουένος Άιρες (ειδικά στο "Bario de las Ranas"), όπου αναπτύχθηκε ως Tango Argentino, με συνήθη ένδυση (στα πρώτα χρόνια της εν άστει μετακόμισής του). Μακριές φούστες για τις γυναίκες και παντελόνια gauchos με ψηλές μπότες για τον άντρα.

Η μόδα του tango εξαπλώθηκε αστραπιαία σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή ήπειρο ήδη από τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα και πρωτοεμφανίστηκε στη Νέα Υόρκη το χειμώνα 1911 για να κατακτήσει το διεθνές χορευτικό στερέωμα 10 χρόνια μετά, όταν ο Rudolph Valentino το κατέστησε super hit με το «The Four Horsemen Of The Apocalypse» του 1921.

Ο ρυθμός της μουσικής είναι το πλέον ουσιώδες μέρος του tango. Οι περισσότερες μουσικές για Tango Argentino, που είθισται να «διατυπώνονται» σε κύκλους των 16 ή 32 bpm, ακολουθούν τη δομή και ροή μιας ποιητικής ιστορίας. Τα κύρια μουσικά μοτίβα αποτελούν τις στροφές, το ρόλο των στίχων κρατούν τα δευτερεύοντα μουσικά μοτίβα ενώ τελεία σε κάθε «χορευτικό» ποίημα δεν είναι παρά η παύση της μουσικής άρα και της κίνησης.